Οικονομάκου Φιλάνθη,
Kλινική Ψυχολόγος, Ψυχοθεραπεύτρια, MSc, PHd
Σύμφωνα με τον ορισμό που έδωσε ο Freud (1917),
το πένθος αποτελεί, συνήθως, μια αντίδραση στην απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου ή μιας αφηρημένης ιδέας που το υποκαθιστά, όπως πατρίδα, ελευθερία, ιδανικό κ.λπ.
Πρόκειται για ένα φυσιολογικό συναίσθημα, αν και όχι εύκολα ανεκτό, που η εκλυτική του αιτία εντοπίζεται στο περιβάλλον και αποτελεί μια αναμενόμενη αντίδραση στην απώλεια.
Αρχικά, στις έρευνες για το πένθος δινόταν έμφαση κυρίως στους ενήλικες. Οι κοινωνικές αντιλήψεις παρουσίαζαν τα παιδιά και τους εφήβους, ως άτομα που δεν καταλαβαίνουν αρκετά ή δεν δίνουν πολλή σημασία στα θέματα αυτά. Σε ένα άρθρο της η Black (1978) αναφέρει, ότι οι πιο επικίνδυνες ηλικίες για την πιθανή ανάπτυξη ψυχοπαθολογίας σε άτομα που βίωσαν απώλεια ενός γονιού, είναι η ηλικία 3-5 ετών και η εφηβεία. Σήμερα, έχουν πλέον αναγνωριστεί και μελετώνται οι διεργασίες πένθους σε όλες τις ηλικίες.
ΣΤΑΔΙΑ ΠΕΝΘΟΥΣ
Είναι αποδεκτό πλέον ότι ένα χρονικό διάστημα μετά από μια σημαντική απώλεια, θεωρείται περίοδος πένθους. Συνήθως διακρίνουμε συγκεκριμένες φάσεις ή στάδια που διέρχονται οι συναισθηματικές αντιδράσεις των πενθούντων, τα οποία ωστόσο θεωρούνται ως ενδεικτικά και αλληλοεπικαλυπτόμενα. Τα στάδια αυτά αναφέρονται από το Bowlby (1980) ως εξής:
Το πρώτο αναφέρεται ως φάση «μουδιάσματος» (numbing) και αφορά στις πρώτες, άμεσες αντιδράσεις του ατόμου, που πληροφορείται το γεγονός της απώλειας του αγαπημένου προσώπου. Η διάρκεια της φάσης είναι περίπου λίγες ώρες έως μία εβδομάδα, αν και δεν υπάρχουν σαφή και πολύ καθορισμένα χρονικά όρια, εφόσον παρεμβαίνει ο ατομικός ανθρώπινος παράγοντας. Υπάρχει ποικιλία αντιδράσεων που μπορεί να αναπτυχθούν, από την έκπληξη και την αδυναμία αποδοχής του συμβάντος, έως το απόλυτο κενό συναισθημάτων ή το ξέσπασμα έντονων κρίσεων.
Το δεύτερο στάδιο αφορά στην περίοδο, συνήθως κάποιων μηνών, κατά την οποία ο πενθών ή η πενθούσα νιώθει έντονη επιθυμία να ξαναβρεί το χαμένο πρόσωπο και το αναζητά. Σε αυτή τη φάση μπορεί να νιώθει κανείς αίσθημα έντονης απόγνωσης ή να είναι πολύ απορροφημένος από σκέψεις για το χαμένο πρόσωπο ή να ερμηνεύει διάφορα στοιχεία του περιβάλλοντος, ως ενδείξεις παρουσίας του χαμένου προσώπου. Ακόμη, μπορεί να παρατηρηθούν κρίσεις με κλάματα και δάκρυα, έντονη ανησυχία, πολύ «ζωντανά» όνειρα για το νεκρό πρόσωπο ή, αντίθετα, αϋπνία.
Το τρίτο στάδιο είναι η φάση της αποδιοργάνωσης και απόγνωσης. Το άτομο σ’ αυτή φάση, θα πρέπει να αντέξει τα συναισθήματα που του δημιουργούνται από την απώλεια, την έντονη αίσθηση μοναξιάς, την επιθυμία αναζήτησης του αγαπημένου προσώπου, το θυμό που πιθανότατα βιώνει, καθώς και τις ματαιώσεις του.
Στο τέταρτο στάδιο της αναδιοργάνωσης, αν όλα ακολουθήσουν την υγιή πορεία, το άτομο αρχίζει να εξετάζει τη νέα κατάσταση στην οποία βρίσκεται και να σκέφτεται τρόπους με τους οποίους θα προσαρμοστεί σε αυτήν. Πρόκειται για μια διαδικασία επίπονη, καθώς ο σχεδιασμός για το μέλλον δεν σημαίνει ότι παύουν να υπάρχουν συναισθήματα για το χαμένο πρόσωπο, αλλά ότι ο πενθών «συνειδητοποιεί» τα νέα δεδομένα της ζωής του.
Σε γενικές γραμμές, οι περισσότεροι ερευνητές συμφωνούν σε αυτόν ή σε παρόμοιους διαχωρισμούς για τα στάδια του πένθους (Kυbler-Ross, 1988, Worden, 1991). Κοινό στοιχείο αποτελεί επίσης, η έμφαση που αποδίδεται στην έκφραση των συναισθημάτων κατά τη διαδικασία του πένθους, σε αντίθεση με κοινωνικές νόρμες που προωθούσαν την απόκρυψή τους.
ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΟ ΚΑΙ ΠΑΘΟΛΟΓΙΚΟ ΠΕΝΘΟΣ
Φυσιολογικό πένθος θεωρείται η ψυχική κατάσταση που διαρκεί ένα έτος περίπου (στις περιπτώσεις θανάτου κάποιου οικείου προσώπου), κατά την οποία ο πενθών αντιμετωπίζει διάφορα δυσάρεστα συναισθήματα και δύσκολες καταστάσεις, αλλά τελικά προσαρμόζεται και λειτουργεί ικανοποιητικά στη νέα κατάσταση της απώλειας.
Αντίθετα, το παθολογικό πένθος αφορά καταστάσεις κατά τις οποίες το άτομο δεν κατορθώνει να διέλθει ομαλά από όλες τις φάσεις της διαδικασίας του πένθους, με συνέπεια ψυχολογικές δυσκολίες στην προσαρμογή του μετά την απώλεια.
ΒΑΣΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΤΗΣ ΕΦΗΒΕΙΑΣ
Στην εφηβεία, η διεργασία του πένθους θεωρείται ότι παρουσιάζει περισσότερες ομοιότητες με αυτή των ενηλίκων, παρά με των παιδιών. Ωστόσο, υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές οι οποίες σχετίζονται με το μεταβατικό, εξελικτικό χαρακτήρα της εφηβείας.
Η ίδια η εφηβεία έχει χαρακτηριστεί ως μια περίοδος πένθους. Ο έφηβος σταδιακά αποεπενδύει τα πρώτα αντικείμενα αγάπης, δηλ. τους γονείς του και ταυτόχρονα βιώνει επίπονα συναισθήματα που έχουν να κάνουν με τη συνειδητοποίηση του οριστικού τέλους της παιδικής ηλικίας (Wolfenstein, 1966). Βασικό στοιχείο στην εφηβεία θεωρούνται οι ταυτίσεις που κάνει το άτομο με αντικείμενα του περιβάλλοντός του, με προορισμό την απαρτίωση της σωματικής, κοινωνικής και ψυχολογικής του ταυτότητας. Επίσης, ουσιαστική θεωρείται η μεγαλύτερη κοινωνικοποίησή του και το χτίσιμο νέων σχέσεων με άτομα και του αντίθετου φύλου. Τέλος, η εφηβεία αποτελεί μια δεύτερη ευκαιρία για το άτομο να επιλύσει ψυχοσυναισθηματικές συγκρούσεις που δεν είχαν επιλυθεί οριστικά στις μικρότερες ηλικίες, όπως και να επεξεργαστεί για δεύτερη φορά απώλειες μιας προγενέστερης εξελικτικής περιόδου. Σε αυτά τα πλαίσια εντάσσονται και οι οιδοιποδειακές συγκρούσεις που αναθερμαίνονται πριν ο έφηβος/η έφηβη ανεξαρτητοποιηθεί από τους δικούς του (Μανωλόπουλος, 1987).
ΕΦΗΒΕΙΑ ΚΑΙ ΠΕΝΘΟΣ
Κατά βάση, στην εφηβεία υπάρχει η δυνατότητα έκφρασης των συναισθημάτων που προκαλεί η απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου με λεκτικό τρόπο και όχι με σωματικά συμπτώματα ή διαταραχές συμπεριφοράς, όπως συχνότερα συμβαίνει στις πιο μικρές ηλικίες (Black, 1994).
Μπορούμε να παρατηρήσουμε τα εξής χαρακτηριστικά του πένθους στην εφηβεία (Garber, 2000, Μανωλόπουλος, 1987, Woinden, 1991):
• Η πορεία των ταυτίσεων που κάνει ο έφηβος προκειμένου να διαμορφώσει το χαρακτήρα του, περιπλέκεται στην περίπτωση που χάσει ένα αγαπημένο πρόσωπο με το οποίο είχε συνδεθεί στενά, π.χ. έναν από τους γονείς του. Τότε είναι πιθανό να αναπτύξει μια εικόνα εξιδανίκευσης του χαμένου αντικειμένου (γονιού).
.. Ο πατέρας μου ήταν πολύ ξεχωριστός άνθρωπος, με τρομερές ικανότητες στη δουλειά του, πολύ ζωντανός άνθρωπος και γλεντζές. Ό,τι σχεδίαζε, μπορούσε να το καταφέρει…
(έφηβη 14 ετών σε πένθος, 10 μήνες μετά την απώλεια του πατέρα της)
• Επίσης, σε αντίθεση με την αναμενόμενη τάση των εφήβων να επαναστατούν και να ανεξαρτητοποιούνται από τους ενήλικες, ο έφηβος που εξιδανικεύει το αντικείμενο που έχασε, έχει και την τάση για μεγαλύτερη εξάρτηση κατά τη φάση του πένθους. Συνεπώς, μπορεί να βιώσει ανάμικτα συναισθήματα και να καταλήξει σε πιο εξαρτητική συμπεριφορά προς τους γύρω του. Μια άλλη πιθανή συμπεριφορά που μπορεί να προκύψει από αυτή την εσωτερική σύγκρουση, είναι η εξωτερική συμπεριφορά αδιαφορίας που παρουσιάζουν πολλοί έφηβοι και η οποία λανθασμένα συνήθως θεωρείται, ως μη συμμετοχή στα συναισθήματα πένθους (Black, 1994, Smith & Pennes, 1995).
.. Ο γιος μου δεν έχυσε σταγόνα δάκρυ, σα να μην τον ένοιαζε καθόλου. Σα να μην κηδεύαμε τον πατέρα του…
(περιγραφή μητέρας σε συνεδρία συμβουλευτικής για το 14χρονο γιο της, ένα έτος μετά το θάνατο του πατέρα).
• Τυπική αντίδραση είναι η αποφυγή των συναισθημάτων ή η καταπίεσή τους. Αυτό συμβαίνει γιατί, αποδίδοντας μεγάλη σημασία στην κοινωνική ενσωμάτωση, δεν θέλει με κανένα τρόπο να φανεί διαφορετικός. Αυτό αποτελεί επίσης, και μια άμυνα ενάντια στο να αντιμετωπίσει τα πολύ έντονα συναισθήματα που προκαλεί το πένθος.
• Η υπερεπένδυση στα αδέρφια και τους φίλους με τη μορφή φροντίδας, μπορεί να βοηθήσει τον έφηβο να ταυτιστεί με το γονιό που έχασε, ως μια μεταβατική φάση στη διαδικασία πένθους.
• Μπορεί ακόμη να παρατηρηθεί ταύτιση του εφήβου με τις φιλοδοξίες, τις ελπίδες ή τα σχέδια που είχε ο γονιός που χάθηκε.
• Η εκδραμάτηση των εφήβων με ξεσπάσματα οργής, φυγές από το σχολείο, χαμηλή απόδοση ή άλλες παρόμοιες συμπεριφορές, μπορεί να καλύπτει μια λανθάνουσα κατάθλιψη.
• Μια άλλη συμπεριφορά για την αντιμετώπιση του πένθους, είναι το να αναλαμβάνει ο έφηβος την ευθύνη για τον εναπομείναντα γονέα. Αυτό μπορεί να επιβραβεύεται από τον γονέα ή το κοινωνικό περιβάλλον, αλλά δυσκολεύει τον έφηβο στο να ακολουθήσει μια πιο φυσιολογική για την ηλικία του πορεία πένθους.
• Συχνή αντίδραση των εφήβων αποτελεί η υπερδραστηριότητα και η συνεχής ένταση, που δίνει την εντύπωση ότι συνεχώς ψάχνουν για κάτι το οποίο δεν βρίσκουν. Αυτή η χωρίς ικανοποίηση αναζήτηση για αντικείμενα, μπορεί να συνεχιστεί και στην ενήλικη ζωή, με συνέπεια το άτομο να μην μπορεί να δημιουργήσει σχέσεις που να του παρέχουν ευχαρίστηση.
Σε γενικές γραμμές, τα παραπάνω στοιχεία για το πένθος στην εφηβεία, εντάσσονται στο φυσιολογικό φάσμα αντιδράσεων των εφήβων. Ο τρόπος που μπορεί το πένθος να επηρεάσει τη φυσιολογική πορεία της εφηβείας, εξαρτάται από τις διαθέσιμες άμυνες και από την ποιότητα των σχέσεων με το αντικείμενο (Wolf enstein, 1966).
ΠΑΘΟΛΟΓΙΚΟ ΠΕΝΘΟΣ ΣΤΗΝ ΕΦΗΒΕΙΑ
Οι πρώτες αρνητικές αντιδράσεις που μπορεί να παρουσιαστούν μετά από μια απώλεια και οι οποίες μπορεί να λάβουν μια ποικιλία μορφών (σωματικά, συναισθηματικά, συμπεριφοριστικά προβλήματα), συνήθως ξεπερνιούνται με το πέρασμα του χρόνου. Η εμφάνιση σοβαρότερων παθολογικών προβλημάτων περιλαμβάνει μια τεράστια γκάμα που εξαρτάται πάντα από τους ατομικούς παράγοντες. Εδώ, παρατίθενται κάποιες από τις πιο συνήθεις δυσκολίες (ΒοwΙ by 1980′ Cournos, 2001, Fieming & Αitschui, 1963, Garber, 2000, Laufer, 1966 Simons, 1984, Eerdewegh, Bieri, Parilla & Clayton, 1982, Worden, 1991).
Από τα ψυχιατρικά προβλήματα των ενηλίκων, αυτό που έχει σχετιστεί πρωτίστως με το πένθος, είναι σίγουρα η κατάθλιψη. Μεγαλύτερη πιθανότητα για πιο σοβαρή μορφή κατάθλιψης, φαίνεται να παρουσιάζουν τα αγόρια που χάνουν στην εφηβεία τον πατέρα τους. Στα πλαίσια της κατάθλιψης, η εμπειρία του θανάτου μπορεί να οδηγήσει τον έφηβο, σε ακραίες περιπτώσεις, σε αυτοκτονική συμπεριφορά.
Η εξιδανίκευση του γονιού από τον έφηβο, κάτι που αναφέρθηκε προηγουμένως, είναι πιθανό να επηρεάσει τη φυσιολογική πορεία εξέλιξης της προσωπικότητάς του. Πιο συγκεκριμένα, οι πιθανές αρνητικές εκβάσεις της εξιδανίκευσης του χαμένου γονέα και της προσκόλλησης σε αυτή την εικόνα, μπορεί να είναι η κατάθλιψη, η άμβλυνση του συναισθήματος, οι επαναλαμβανόμενες εκδραματίσεις, οι διαταραχές της σεξουαλικότητας εξαιτίας των συναισθημάτων ενοχής που συνδέονται με το χαμένο πρόσωπο ή μια μεγαλοποίηση του παρελθόντος που μπορεί να καταλήξει ως την παραμόρφωση της πραγματικότητας. Η υπερεπένδυση και η εξιδανίκευση της εικόνας του χαμένου γονιού, μπορεί να καλύπτει το διχασμό του εφήβου ανάμεσα στη συνειδητή γνώση της απώλειας του γονιού και στην ασυνείδητη φαντασίωσή του για επανένωση μαζί του.
Η αποφυγή των συναισθημάτων από τον πενθούντα έφηβο, μπορεί να οδηγήσει μακροπρόθεσμα, είτε σε καθυστερημένες, είτε σε καλυμμένες αντιδράσεις πένθους. Οι καθυστερημένες αντιδράσεις πένθους αφορούν στη μεταφορά και βίωση των συναισθημάτων θλίψης, σε κάποια άλλη μεταγενέστερη χρονική στιγμή, συνήθως σε κάποιο μελλοντικό συμβάν απώλειας, λόγω της αδυναμίας του εφήβου να «αντέξει το βάρος» του πένθους. Οι καλυμμένες αντιδράσεις πένθους αφορούν συνήθως στα σωματικά συμπτώματα ή στις δυσπροσαρμοστικές συμπεριφορές, που εμφανίζονται στον πενθούντα μετά την απώλεια και τα οποία είναι ισοδύναμα του πένθους, χωρίς ωστόσο ο πενθούντας να τα συσχετίζει ή να τα αναγνωρίζει ως τέτοια (π.χ. εμφάνιση ενός προβλήματος υγείας που είχε το πρόσωπο που χάθηκε).
Επίσης, ως παθολογικές αντιδράσεις θρήνου εφήβων, σημειώνονται τα στοιχεία ταύτισης με το γονιό που χάθηκε, τα οποία εκφράζονται μέσα από ατυχήματα. Η αντίδραση αυτή αποτελεί ένδειξη ότι το πένθος του συγκεκριμένου παιδιού ή εφήβου, δεν ακολουθεί φυσιολογική πορεία.
Ο Ν., 17 ετών, 5 μήνες μετά το θάνατο του πατέρα του από τροχαίο, ανέφερε «τρεις πτώσεις – γλιστρήματα» με το μηχανάκι του (σε συνολικό διάστημα ενός μήνα), παρότι στο παρελθόν δεν είχε σημειωθεί κάτι αντίστοιχο (από Θεραπεία εφήβου σε πένθος).
ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΗΝ ΕΚΒΑΣΗ ΤΟΥ ΠΕΝΘΟΥΣ
Οι πιο συχνά αναφερόμενοι παράγοντες που επηρεάζουν την τελική έκβαση της διεργασίας του πένθους είναι (Black,1978, Βοwlby,1980, Palombo,1981,):
- Η αιτία και το είδος του θανάτου, π.χ. ξαφνικός, από φυσικές αιτίες, κ.λπ.
- Οι παράγοντες που σχετίζονται με το ποιος από τους γονείς πεθαίνει.
- Οι παράγοντες που σχετίζονται με την ηλικία, το φύλο και το αναπτυξιακό επίπεδο του πενθούντος.
- Ο τρόπος με τον οποίο το άτομο πληροφορείται το γεγονός και αν ήταν και το ίδιο μάρτυρας στο γεγονός.
- Το είδος της σχέσης που είχε ο έφηβος με το γονιό.
- Αν ο έφηβος είχε προηγουμένως κάποια μορφή ψυχοπαθολογίας.
- Το είδος του υποστηρικτικού συστήματος που περιβάλλει τον έφηβο.
- Το αν στο παρελθόν του είχαν υπάρξει άλλα συμβάντα απώλειας και πως αυτά αντιμετωπίστηκαν.
- Οι αλλαγές στην κοινωνικο-οικονομική κατάσταση της οικογένειας μετά την απώλεια του ενός γονιού.
Τονίζεται ότι δεν είναι εύκολο να βρεθεί σχέση αιτιότητας ανάμεσα σε ένα τραυματικό συμβάν και μια επακόλουθη διαταραχή, καθώς ο θάνατος δεν προκαλεί την ίδια, ομοιόμορφη αντίδραση σε όλους.
ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΕΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ
Οι προληπτικές παρεμβάσεις σε περιπτώσεις πένθους στην εφηβεία, μπορούν τόσο να διευκολύνουν τη φυσιολογική διεργασία του πένθους, όσο και να προλάβουν μια πιθανή παθολογική πορεία (Beroia & ΑΙΙαn, 1988, ΒΙαck, 1978, Black και Urbanowicz, 1987, Νίlsεν & Παπαδάτου, 1998, Stevenson, 1988, Τσιάντης, 1991, Worden, 1991). Σε κάθε περίπτωση, το να καταφέρει ο έφηβος να περάσει επιτυχώς από τη διαδικασία του πένθους, σημαίνει ότι κατακτά μεγαλύτερη ωριμότητα ως άτομο. Οι πιο συχνά αναφερόμενες μέθοδοι παρέμβασης είναι:
- ψυχαναλυτική θεραπεία, βασική θεωρείται η ανάγκη να βοηθηθούν οι έφηβοι να εκφράσουν τα συναισθήματά τους, τόσο τα ευχάριστα, όσο και τα δυσάρεστα προς το πρόσωπο που χάθηκε, καθώς και να επεξεργαστούν τη σχέση τους με το πρόσωπο που χάθηκε.
- παρέμβαση από την οικογένεια: τέτοιες παρεμβάσεις περιλαμβάνουν συνήθως οικογενειακές συνεδρίες.
- αποπομπή ή ομαδική συμβουλευτική παρέμβαση: πρόκειται για ομαδικές συναντήσεις εφήβων που πενθούν, αλλά και ατομικές συνεδρίες. Ως στόχος αναφέρεται η διευκόλυνση των φάσεων του φυσιολογικού πένθους.
παρεμβάσεις στο χώρο του σχολείου: προτείνεται η ένταξη της διδασκαλίας ολόκληρου του κύκλου ζωής του ανθρώπου στα σχολικά μαθήματα, η σχετική εκπαίδευση των δασκάλων και καθηγητών που συχνά δεν ξέρουν πώς να συμπεριφερθούν σε περιπτώσεις πένθους μαθητών τους και η οργάνωση εκδηλώσεων-τελετουργιών μέσα στα πλαίσια του σχολείου σε περίπτωση Θανάτου ενός από τα μέλη της σχολικής κοινότητας. Σε τέτοιες περιπτώσεις, μπορεί να παρασχεθεί και μέσα στο σχολικό περιβάλλον η δυνατότητα να μιλήσει ο έφηβος σε κάποιον ειδικευμένο σύμβουλο. Θεωρείται σημαντικό να μη σταματήσει να πηγαίνει στο σχολείο, καθώς αυτό αποτελεί το σύνδεσμό του με τη δική του πραγματικότητα. Ωστόσο, θα πρέπει να υπάρχει ελαστικότητα σε σχέση με τη συμπεριφορά και την απόδοσή του.